Σάββατο 30 Μαρτίου 2013

"Ο Ελληνικός εμφύλιος τη δεκαετία του 1940", Διάλεξη στο Κυπριακό Κέντρο Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων

ΟΙ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΠΟΥ ΗΛΕΓΧΕ Ο ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ 1948
Το θέμα μας σήμερα, αφορά σε μια ιστορική περίοδο που θα σημαδέψει βαθιά και επώδυνα τη σύγχρονη Ελλάδα. Διότι, ο εμφύλιος πόλεμος τη δεκαετία του 1940 συνιστά μια από τις πλέον δραματικές περιπέτειες του νεοελληνικού εθνικού βίου. Κι ακόμη και σήμερα, 64 χρόνια μετά, η επιστημονική αντικειμενικότητα στην αποτίμηση της εποχής δεν είναι αυτονόητη. Γιατί ο εμφύλιος, με την ευρύτερη έννοια του όρου, δεν έληξε εκείνη την ημέρα του Αυγούστου, στο μακρινό 1949. Αλλά διαμόρφωσε το πλαίσιο της κοινωνικής, πολιτικής και ιδεολογικής διαπάλης, που επηρέασε τις επόμενες δεκαετίες, και, που στοιχεία του υφίστανται ακόμη και σήμερα.
Στη παρουσίασή μας θα αναφερθούμε στα σημαντικότερα από μια πυκνή σε γεγονότα περίοδο, αλλά κυρίως θα επιχειρήσουμε να δώσουμε απαντήσεις σε καίρια και εύλογα ερωτήματα για τις επιλογές των πρωταγωνιστών, ελπίζοντας μακριά από εύκολους μανιχαϊσμούς.

Θα παρατηρήσατε ότι κάναμε λόγο για τη δεκαετία του 1940, κι όχι μόνο την τριετία 46-49. Κι αυτό γιατί συντασσόμαστε με όσους θεωρούν ότι η εμφύλια διαμάχη, μεταξύ της αριστεράς και των υπόλοιπων δυνάμεων, έχει ήδη εκδηλωθεί στα χρόνια της κατοχής και της εθνικής αντίστασης. Διαμάχη που σκοπό είχε όχι μόνον την εξουσία μετά την απελευθέρωση, αλλά και τη μορφή του κοινωνικού συστήματος.
Αυτή η μακρά περίοδος του εμφυλίου πολέμου χωρίζεται σε τρεις φάσεις ή «γύρους»:
·        ο «πρώτος», από το 1943 έως και την απελευθέρωση τον Οκτώβριο του 1944.
·        ο «δεύτερος», το Δεκέμβρη του 1944, στη λεγόμενη «μάχη των Αθηνών», και
·        ο «τρίτος» συμβατικά από το Μάρτη του 1946 μέχρι τον Αύγουστο του 1949.

Κυριακή 10 Μαρτίου 2013

Ο θρήνος του παιδομαζώματος στην Κριμαία

ΣΕΒΑΣΤΟΥΠΟΛΗ ΣΤΗΝ ΚΡΙΜΑΙΑ
Το πρόβλημα της αντικειμενικότητας της Ιστορίας είναι εξαιρετικά σύνθετο. Η διαμορφωμένη ιδεολογική οπτική του ιστορικού επηρεάζει την αφήγηση και την ερμηνεία των γεγονότων. Ως δικλείδες αντικειμενικότητας, όμως, τίθενται τα αυστηρά επιστημονικά κριτήρια καθώς και η ηθική του ιστορικού να μην ψεύδεται, αλλοιώνει ή αποσιωπά τα εν γνώσει του στοιχεία με σκοπό την επιβολή της άποψής του.
Η ορθή καταγραφή του ιστορικού πλαισίου σχετίζεται πρωτίστως με τις πηγές των οποίων κάνει χρήση ο ερευνητής. Για παράδειγμα είναι αδύνατον να κατανοηθεί έστω και στοιχειωδώς η κοινωνική και πολιτισμική κατάσταση των Ελλήνων κατά την τουρκοκρατία χωρίς την αναφορά στη λαϊκή παράδοση και κυρίως τα δημοτικά τραγούδια του. Όπως αναφέρει και ο Νικόλαος Πολίτης «τα δε τραγούδια εγκατοπτρίζουν πιστώς και τελείως τον βίον και τα ήθη, τα συναισθήματα και την διανόησιν του ελληνικού λαού και εξωραΐζοντα δια του ποιητικού διακόσμου αναζωπυρούν τας αναμνήσεις των εθνικών περιπετειών» (« Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού»).
Η προσέγγιση για παράδειγμα του φαινομένου του παιδομαζώματος από το Οθωμανικό κράτος είναι ιδιαίτερα παραπλανητική όταν αναφέρεται στο νέο βιβλίο της Στ΄ Δημοτικού, απλώς ως «στρατολόγηση των παιδιών των χριστιανών από τους Οθωμανούς» ή και σαν ευκαιρία κοινωνικής ανέλιξης. Η δημώδης παράδοση αντιθέτως δεν έχει διασώσει στην συλλογική μνήμη το φαινόμενο ως τέτοιο, αλλά ως αιτία σπαραγμού.