Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

"Ταξίδι στη σκιά του Βυζαντίου", Ένα τραγικά επίκαιρο βιβλίο

http://ardin-rixi.gr/wp-content/uploads/2014/01/taxidi_sti_skia_tou_vizantiou1.jpg
εκδόσεις Ωκεανίδα, 2013, σελ. 635
Σκοπός μου ήταν να ξεκινήσω από τον Άθω και να φτάσω μέχρι τα κοπτικά μοναστήρια της Άνω Αιγύπτου, για να κάνω αυτό που άλλοι ταξιδιώτες, εκείνοι που θα ακολουθήσουν μετά από μένα, δεν θα μπορέσουν να κάνουν.
Αυτά έγραφε ο Ουίλιαμ Νταλρίμπλ πριν από σχεδόν δύο δεκαετίες, με προφητική διαίσθηση, που πήγαζε από τη διαύγεια των επιτόπιων διαπιστώσεών του. Εφοδιασμένος με εξαιρετικές σπουδές και ακατάβλητη αποφασιστικότητα, ο Σκωτσέζος περιηγητής, σε πολύ νεαρή ηλικία, επιχείρησε ένα ταξίδι στο χώρο και στο χρόνο, αψηφώντας τους υπαρκτούς κινδύνους και πετυχαίνοντας το στόχο του. Να διασώσει, δηλαδή, στην παγκόσμια ιστορική μνήμη, τα απομεινάρια του χριστιανικού κόσμου εκεί που υπήρξε, ακριβώς, η κοιτίδα του. Ένα ταξίδι στην Αντιόχεια, στην Έδεσσα, στο Τουρ Αμπντίν, στο Χαλέπι, στη Δαμασκό, στη Βηρυτό, στην Ιερουσαλήμ, στην Αλεξάνδρεια, στην έρημο της Άνω Αιγύπτου. Στους τόπους που γεννήθηκε και άνθισε ο μοναχισμός κι ο ασκητισμός, εκεί που συναντήθηκε η ανατολή με το ελληνικό πνεύμα. Ένα βιβλίο που θα έπρεπε να διαβάσουν, σήμερα, όσοι στη Δύση προχωρούν σε μια ακόμη αφροσύνη, απειλώντας να δώσουν, ταυτόχρονα, τη χαριστική βολή στη χριστιανική παρουσία δύο χιλιάδων ετών. Και, πρωτίστως, να (ξανα)διαβάσουν οι Έλληνες. Όχι, όμως, ως νοσταλγικό αφήγημα ενός προικισμένου περιηγητή. Αλλά ως αφυπνιστική πρόκληση προς έναν λαό που, πνευματικά ναρκωμένος, δεν αντιλαμβάνεται τις ευθύνες του απέναντι στην πολιτισμική του κληρονομιά.

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

Παναγιώτης Κανελλόπουλος: Ευρωπαϊκός Πολιτισμός και Βυζάντιο

 «Και του γένους εσμέν και της γλώττης αυτοίς (τοις Έλλησι)
κοινωνοί και διάδοχοι»[1]
Θεόδωρος Μετοχίτης

«Ecce, Grecia nostro exsilio transvolavit Alpes»[2]
Ιωάννης Αργυρόπουλος

Με τη συγγραφή της «Ιστορίας του Ευρωπαϊκού Πνεύματος» ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος κατήγαγε, αναμφίβολα, έναν άθλο. Η ολοκλήρωση ενός ψηφιδωτού μνημειακών διαστάσεων, αποτελούμενου από χιλιάδες ψηφίδες πνευματικής δημιουργίας αιώνων, γερά αρμοσμένες στο ιστορικό τους πλαίσιο, συνιστά έργο απαράμιλλο και θαυμαστό. Η βαθιά και εμπεριστατωμένη μελέτη όλων των εκφάνσεων του ευρωπαϊκού πνευματικού πολιτισμού επέτρεψε στο συγγραφέα, προς όφελος και απόλαυση του αναγνώστη, να κινείται με παροιμιώδη άνεση στο χώρο και στο χρόνο. Κάθε αναφορά και κρίση του διέπεται από εκπληκτική ικανότητα αντίληψης της πνευματικότητας που φέρουν και εκδηλώνουν τα έργα του ανθρώπινου πολιτισμού. Και ως συνεπής ακόλουθος ενός υψηλού ιδεαλισμού, τα τοποθετεί, με το μέγιστο σεβασμό, σε μια ιδεατή πνευματική κλίμακα.
Η, εξαρχής, ευσυνείδητη στάση του, όπως αρμόζει σε έναν γνήσιο διανοούμενο, χάρισε στο έργο του αναμφισβήτητη εγκυρότητα. Επιπλέον, όμως, συνέβαλε στη συμπλήρωση και τον εμπλουτισμό της εργασίας του, που τα προκάλεσαν όχι μόνον οι αποκτηθείσες γνώσεις αλλά και οι, από τις ιστορικές και προσωπικές περιπέτειες, νέοι ιδεολογικοί του προσανατολισμοί. Ο Κανελλόπουλος, ως προσωπικότητα που την διακρίνει η έντονη πολιτική δραστηριότητα, στον ίδιο βαθμό με την πνευματική, επηρεάζεται άμεσα από την ιστορική πραγματικότητα. Πολύ περισσότερο που κι ο ίδιος είναι ένας από τους διαμορφωτές της. Η σκέψη του, χωρίς να απομακρύνεται από τις ιδεοκρατικές της αρχές, αναζητά εναγωνίως να συναντήσει τις ανάγκες του ανθρώπου, της κοινωνίας, της πατρίδας. Και μοιραία επαναδιαμορφώνει την οπτική του.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της μετατόπισης του κέντρου θέασης στη σκέψη του Κανελλόπουλου συνιστά η στάση του απέναντι στο βυζαντινό πολιτισμό. Στον γραμμένο τις παραμονές ή και τις αρχές του β΄ παγκοσμίου πολέμου, πρώτο τόμο της «Ιστορίας του Ευρωπαϊκού Πνεύματος» (εκδόθηκε το 1941) το Βυζάντιο θα καταλαμβάνει επτά σελίδες, ενώ στη δεύτερη έκδοση, το 1947, δέκα. Το 1966 οι σελίδες που αφορούν στο βυζαντινό πολιτισμό θα γίνουν διακόσιες εξήντα![3]
Στην έκδοση αυτή, ο Κανελλόπουλος θα γράψει: «μια βασική διαφορά μεταξύ της παλαιάς και της νέας μορφής του έργου μου αναφέρεται στο Βυζάντιο. Τώρα έδωσα στο Βυζάντιο τη θέση που του αξίζει στην ιστορία του ευρωπαϊκού πνεύματος. Προ τριάντα ή και προ είκοσι ετών (όταν βγήκε σε δεύτερη έκδοση ο πρώτος τόμος) δεν είχα πνευματική διάθεση να το κάμω, ούτε τα αναγκαία εφόδια».[4] Και θα συμπληρώσει αναφερόμενος στον  «Έλληνα του Βυζαντίου»: «τον παίρνω από τα όρια Ευρώπης και Ανατολής –από τις απόμερες ‘‘άκρες’’ και τα δραματικά σταυροδρόμια- και τον ενώνω με τη Δύση και τον Βορρά. Χαίρω ότι, με την πρόοδο της ηλικίας, έφθασα στην ωριμότητα εκείνη του πνεύματος που μ’ έκαμε να μπορώ ν’ αποδώσω δικαιοσύνη στον τόσο βασανισμένο βυζαντινό Ελληνισμό».