Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2015

Συνέντευξη Πούτιν για την παγκόσμια τάξη και τη ρωσική εξωτερική πολιτική


new geopolitical map
Ο Βλαδίμηρος Πούτιν, στο ενημερωτικό πρόγραμμα του Βλαδίμηρου Σολοβιώφ «Παγκόσμια Τάξη», μίλησε για το πως βλέπει την υφιστάμενη διεθνή κατάσταση και την εξωτερική πολιτική της Ρωσίας.

Ανασύσταση της Σοβιετικής Ένωσης;
Κατά την άποψή του προέδρου της Ρωσίας, ένα από τα βασικά σημεία της μακροπρόθεσμης στρατηγικής των ΗΠΑ και των χωρών της Δυτικής Ευρώπης αποτελεί η εξάλειψη ακόμη και της υποθετικής δυνατότητας της αποκατάστασης της Σοβιετικής Ένωσης, κάτι το οποίο εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και τις θέσεις των «δυτικών εταίρων» για την Ουκρανία. «Όσον αφορά την Ουκρανία και τον μετασοβιετικό χώρο, γενικά είμαι πεπεισμένος, ότι η θέση των δυτικών εταίρων μας, Ευρωπαίων και Αμερικανών, δεν σχετίζεται με την υπεράσπιση των συμφερόντων της Ουκρανίας, αλλά συνδέεται με την προσπάθεια να παρεμποδίσουν την επανασύσταση της Σοβιετικής Ένωσης, και κανείς δεν μας πιστεύει, ότι δεν έχουμε στόχο να επανασυστήσουμε τη Σοβιετική Ένωση. Ακόμη και αυτή η υποθετική δυνατότητα, όπως φαίνεται, δεν επιτρέπει στους εταίρους μας να έχουν ένα βαθύ και ήρεμο ύπνο». Ωστόσο η οικονομική συνεργασία της Ρωσίας με την Ουκρανία θα έκανε τις χώρες πιο ανταγωνιστικές: «θα επέτρεπε στην Ουκρανία και στη Ρωσία να καταλάβουν πιο αξιόλογη θέση στο σύγχρονο σύστημα του καταμερισμού της εργασίας, στην παγκόσμια αγορά. Αλλά το κύριο καθήκον της Δύσης είναι να μην επιτρέψει αυτήν την ένωση δυνάμεων».

Η Ευρώπη δεν αποφασίζει ανεξάρτητα
Όσον αφορά τις κυρώσεις, ο Πούτιν τόνισε ότι «δεν πρόκειται να κρατήσουμε θυμό λόγω των κυρώσεων. Εμείς περιμένουμε, τους περιμένουμε όλους» υπογράμμισε. Εξέφρασε, όμως, την άποψη ότι οι χώρες της Ευρώπης δεν έχουν επαρκή ανεξαρτησία στην επεξεργασία των τελικών αποφάσεων: «Δεν περιμένουμε από τους εταίρους μας στην Ευρώπη, να απαρνηθούν τον ευρωατλαντικό τους προσανατολισμό. Αλλά θεωρώ ότι θα ήταν ορθότερο, οι εταίροι μας χωρίς να τον αρνηθούν αυτόν τον προσανατολισμό, να έπαιρναν μέρος έστω στην επεξεργασία των αποφάσεων. Και όχι απλώς κάθε φορά, όταν έρχονται οδηγίες από κάπου πέρα από τον ωκεανό, να κρύβονται πίσω από ένα προσωπείο».  
Τόνισε ότι οι αποφάσεις των χωρών είναι απαραίτητο να καθορίζονται είτε από τα εσωτερικά τους συμφέροντα είτε από τα διεθνή συμφέροντα των κρατών «Αλλά μου φαίνεται ότι προς των συμφερόντων των ευρωπαϊκών χωρών -μπορεί να λαθεύω, ας με διορθώσουν αν δεν είναι έτσι- θα ήταν να ενώσουν τις προσπάθειές τους στην οικονομία, στην πολιτική, στην μάχη κατά της τρομοκρατίας, και στην μάχη για την επίλυση των οικολογικών προβλημάτων και ενάντια στο οργανωμένο έγκλημα, να ενώσουν τις προσπάθειές τους με τη Ρωσία» είπε ο Πούτιν.

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

Το εθνικό ζήτημα στη ρωσική αυτοκρατορία και η «ανατολική» στροφή του Λένιν

Μια "Ανατολική Ορχήστρα" παίζει για τους συμμετέχοντες
στο "Συνέδριο των Λαών της Ανατολής", Μπακού, 1920


Το εθνικό ζήτημα στη ρωσική αυτοκρατορία υπήρξε κομβικό για τη διαμόρφωση της κρατικής της συγκρότησης, ενώ επηρέασε καταλυτικά το σύνολο των ιδεολογικών ρευμάτων που εκδηλώθηκαν στην επικράτειά της. Ως εκ τούτου, η αδήριτη ανάγκη να βρεθεί η κατάλληλη ιδεολογική φόρμουλα που θα επέτρεπε στους Ρώσους κομουνιστές να απαντήσουν στο πρόβλημα της συνύπαρξης δεκάδων, ανόμοιων μεταξύ τους, εθνοτήτων εντός ενός κράτους, ήταν αυτή που επέβαλε στον Λένιν τη σταδιακή αλλά ριζική αναπροσαρμογή των σχετικών με το εθνικό ζήτημα μαρξιστικών θέσεων. Οι μπολσεβίκοι, λοιπόν, κατέληξαν, κατά τη διαδικασία της εδραίωσης του επαναστατικού τους καθεστώτος, εν μέσω σοβαρών διαφωνιών μεταξύ των ηγετικών τους στελεχών, να προσανατολίζονται όχι προς την ανεπτυγμένη καπιταλιστική Δύση, με το πολυπληθές προλεταριάτο, αλλά προς τους «Λαούς της Ανατολής». Η στροφή αυτή δεν συνιστούσε μόνον την αναζήτηση διεθνών συμμαχιών και ερεισμάτων, αλλά, πρωτίστως, την επιδίωξη της εσωτερικής συνοχής του πολυεθνικού και πολυθρησκευτικού κράτους που κάλυπτε την τεράστια καρδιά του ευρασιατικού όγκου. Το όραμα της δημιουργίας της κομμουνιστικής «Μέκκας», κέντρο εξαγωγής ενός «ιερού πολέμου» για την απελευθέρωση των υπόδουλων αποικιοκρατούμενων κατοίκων της περιφέρειας, περιείχε ως ουσιαστική πρόθεση να συρρικνώσει τα πολυάριθμα εσωτερικά αποσχιστικά εθνο-θρησκευτικά κινήματα. Ο Λένιν αντιλαμβάνεται σταδιακά ότι πιθανή αποτυχία στη διαχείριση του εθνικού ζητήματος θα σήμαινε αναπόδραστα και την αποτυχία της επανάστασης στο σύνολό της. Το ενδεχόμενο αυτό, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση που είχε δημιουργήσει η ολέθρια για τη Ρωσία εξέλιξη του πολέμου, συνεπαγόταν, αντί την παλινόρθωση της απολυταρχίας ή τη μετάβαση σε μια αστική δημοκρατία, τη διάλυση και τον οριστικό κατακερματισμό του ρωσικού κράτους. Ό,τι δηλαδή συνέβη τη συγκεκριμένη περίοδο με τις αυτοκρατορίες των Αψβούργων και των Οθωμανών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, εμφανίζεται η Γεωπολιτική να επιβάλλεται εμμέσως αλλά αποφασιστικά τόσο στην Ιδεολογία όσο και στην Πολιτική και οι Ρώσοι κομμουνιστές να καταλήγουν «διασώστες» της παραπαίουσας ρωσικής αυτοκρατορίας.     
Η επέκταση της Ρωσίας ξεκινά, με πυρήνα το Δουκάτο της Μοσκοβίας, από τα μέσα του 16ου αι.-συμβατικά με τη πτώση του ταταρικού φρουρίου στο Καζάν από τον Ιβάν τον Τρομερό το 1552- και κρατά μέχρι και τον 19ο αι.. Στα όριά της, εκτός τους ορθόδοξους Σλάβους, συμβίωναν λαοί με εντελώς διαφορετικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά: από τους καθολικούς και ευαγγελιστές κατοίκους των δυτικών περιοχών έως τους μουσουλμάνους και βουδιστές του νότου και της ανατολής. Το 1914, οι λεγόμενοι «αλλογενείς» αντιπροσώπευαν «το 57% του συνολικού πληθυσμού της αυτοκρατορίας».[1] Η τσαρική εξουσία είχε προσπαθήσει, ιδιαίτερα μετά την ανάρρηση στην εξουσία του Αλεξάνδρου ΙΙΙ, να διαχειριστεί το πρόβλημα της ανομοιογένειας με μια ευρεία πολιτική πολιτισμικού και εκπαιδευτικού εκρωσισμού, καθώς και με το μαζικό αποικισμό Ρώσων ή άλλων χριστιανικών πληθυσμών στις εθνοτικές περιοχές. Σε συνθήκες, όμως, ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης και ταυτόχρονα ακραίων ταξικών αντιθέσεων, τα εθνοτικά κινήματα βρέθηκαν σε έντονο αναβρασμό. Ιδιαίτερα διεκδικητικοί εμφανίζονταν οι μουσουλμάνοι, η πλειοψηφία των οποίων ήταν τουρκικής προέλευσης: Τάταροι του Βόλγα και της Κριμαίας, Καζάχοι, Τουρκμένοι, Ουζμπέκοι, Κιργίζιοι, Αζέροι. Επίσης, οι Τατζίκοι, ιρανικής καταγωγής, και διάφοροι γηγενείς λαοί του βορείου Καυκάσου, όπως οι Τσερκέζοι και οι Τσετσένοι. Σύμφωνα με την απογραφή του 1897, οι μουσουλμάνοι έφθαναν τα 13.600.000, σε σύνολο 125.600.000.[2] Ανάμεσά τους έβρισκαν εύφορο έδαφος πολιτικο-θρησκευτικές ιδεολογίες και κινήματα όπως ο «παντουρκισμός» και ο «παντουρανισμός», που υπονομευτικά προωθούσαν αρχικά, στο πλαίσιο του «Μεγάλου Παιχνιδιού», οι Βρετανοί και στη συνέχεια οι Γερμανοί.[3]
Το εθνικό πρόβλημα καθίστατο ακόμη πιο σύνθετο καθώς είχε σαφή ταξικά χαρακτηριστικά, κυρίως στην αγροτική παραγωγή, στην οποία ανήκε και η πλειοψηφία του πληθυσμού. Στην περιφέρεια, συγκεκριμένα, οι κυρίαρχες τάξεις των γαιοκτημόνων αλλά και των κεφαλαιοκρατών προέρχονταν ως επί το πλείστον από διαφορετικές εθνότητες από αυτή του ντόπιου πληθυσμού, τον οποίον εκμεταλλεύονταν. Ταυτοχρόνως, η κρατική γραφειοκρατία σ’ αυτές τις περιοχές επανδρώνονταν σχεδόν αποκλειστικά από «αλλοεθνείς». Η πρακτική αυτή πήγαζε αφενός από τη δραματική έλλειψη επαρκών, για τις ανάγκες της διοίκησης, στελεχών μεταξύ των ντόπιων, αφετέρου από την επιδίωξη της κεντρικής εξουσίας να διαθέτει έμπιστους τοποτηρητές στις κατά τόπους διοικητικές δομές. Εν πάση περιπτώσει, το αποτέλεσμα ήταν η περαιτέρω αποξένωση των γηγενών πληθυσμών και η όξυνση των κοινωνικών και εθνοτικών αντιθέσεων.[4] Η οξύτητα του εθνικού ζητήματος θα καταγραφεί τόσο στην επανάσταση του 1905[5] όσο και στις επαναστάσεις του 1917 και στον εμφύλιο που ακολούθησε. Τα όρια, βεβαίως, μεταξύ των κυρίαρχων στόχων των επί μέρους κινημάτων ήταν συχνά δυσδιάκριτα, καθώς αλληλεπικαλύπτονταν ή εμφανίζονταν με διαφοροποιημένο ταξικό και ιδεολογικό-πολιτικο προκάλυμμα.[6]
Ο Λένιν από το 1903, στους κόλπους του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος, έκανε τις πρώτες απόπειρες να διαμορφώσει μια, όχι τόσο συστηματική, θεωρητική προσέγγιση επί του εθνικού ζητήματος. Αυτό που προσπαθούσε να πετύχει ήταν μάλλον να απαντήσει, διαφοροποιούμενος, στις ιδεολογικές τάσεις που εκδηλώνονταν στο εσωτερικό του κόμματος.  Το χαρακτηριστικότερο στοιχείο του μαχητικού αυτού επαναστάτη, από το Καζάν του Ταταρστάν, παρέμενε πάντοτε η «μαεστρία» του στην πολιτική τακτική. Γνώριζε πως να υποτάσσει τη θεωρία στις άμεσες και πρακτικές ανάγκες του πολιτικού αγώνα∙ πώς να τη χρησιμοποιήσει για να κερδίσει δυνάμεις, να κατάκτηση ή να στερεώσει την εξουσία. Για το λόγο αυτό και οι θέσεις του, ιδιαίτερα στο εθνικό ζήτημα, δεν θα είναι ούτε σταθερές ούτε αποτέλεσμα απαράβατων ιδεολογικών αρχών. Έτσι δικαιολογούνται και οι αντιφάσεις που παρουσιάζουν τα δημοσιευμένα κατά καιρούς κείμενά του.

Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2015

Πρώιμες σοσιαλιστικές ιδέες και αριστερά στην Ελλάδα έως το 1940


 

Ομιλία στο πλαίσιο των σεμιναρίων του «Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων» του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, στη Λευκωσία και τη Λεμεσό, με θέμα «Μια ιστορία των ιδεών στον Νέο Ελληνισμό», Οκτώβριος 2015

Είναι σαφές ότι, στο πλαίσιο μιας ομιλίας 45 λεπτών, μίας ώρας, είναι δύσκολο να παρουσιαστεί με επάρκεια ένα τόσο σύνθετο πολιτικό και κοινωνικό φαινόμενο όπως αυτό των σοσιαλιστικών ρευμάτων, σε όλες τις ιδεολογικές αποχρώσεις και εκφάνσεις του, που καλύπτει σχεδόν έναν αιώνα. Πολύ περισσότερο που οι ιδέες και οι δράσεις συνδέονται με τη σύγχρονη ελληνική ιστορία, τόσο την πολιτική όσο και αυτής των ιδεών, ενώ καταλυτικές θα είναι και οι διεθνείς επιρροές.
Ωστόσο, θα επιδιώξουμε να κάνουμε μια συνοπτική περιγραφή της περιπέτειας των αριστερών ιδεών, σκιαγραφώντας πρωτίστως τις βασικές του κατευθύνσεις και τις μεγάλες τομές, που εντέλει θα σφραγίσουν την μετέπειτα πορεία του, ίσως ακόμη και τις σημερινές κατευθύνσεις και τάσεις.
Θεωρώ ότι αυτή η πρώτη περίοδος έχει ένα περισσότερο ενδιαφέρον καθώς είναι ελάχιστα γνωστή στους περισσότερους, όπως και άγνωστοι παραμένουν και οι πρωταγωνιστές αυτών των κινήσεων. Οπότε, μιλούμε και για μια απόπειρα αποκατάστασης της ιστορικής δικαιοσύνης.  

Επιχειρώντας μια γενική περιοδολόγηση στην ιστορία των σοσιαλιστικών ιδεών και του αριστερού κινήματος θα πρότεινα να τη χωρίσουμε σε δύο περιόδους, οι οποίες με τη σειρά τους διαχωρίζονται σε δύο υποπεριόδους.
Όπως, θα δούμε, η δεύτερη περίοδος δεν τελειώνει το 1940, αλλά συνεχίζεται κατά τη διάρκεια της επερχόμενης δεκαετίας. Στη φάση αυτή, όμως, λαμβάνει χώρα ένα άλμα της επιρροής του ΚΚΕ και των αριστερών ιδεών, η απόπειρα κατάληψης της εξουσίας, μέσα από επαναλαμβανόμενους γύρους εμφυλίου πολέμου, και η ήττα τους. Τα γεγονότα αυτά συνιστούν εξ αντικειμένου το θέμα μιας ειδικής παρουσίασης, λόγω της πυκνότητάς τους και της περίπλοκης σύνθεσης που τα χαρακτηρίζει.

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2015

Ο στρατός της Συρίας είναι έτοιμος να ακυρώσει το σχεδιασμό της Τουρκίας



Η πορεία των μαχών στο συριακό πόλεμο

του Γιεβγένι Κρούτικωφ

Οι ένοπλες δυνάμεις της Συρίας απέκτησαν τον έλεγχο σε όλα τα στρατηγικά υψώματα γύρω από την πόλη Salma στην επαρχία της Λαττάκειας, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την πρόσβαση στα τουρκικά σύνορα. Ταυτοχρόνως, συνεχίζεται η επίθεση στην περιοχή του Χαλεπιού σε δύο μέτωπα, γεγονός που μας δίνει τη δυνατότητα να μιλήσουμε για την εφαρμογή ενός στρατηγικού σχεδίου με μακροπρόθεσμες συνέπειες.
Υπάρχει πλέον λόγος να υποθέσουμε ότι, το Γενικό Επιτελείο των Ενόπλων Δυνάμεων της Συρίας επιτέλους καθόρισε τους βασικούς στόχους των επιθετικών του ενεργειών. Κι αυτό το σχέδιο φαίνεται εξαιρετικά συνετό και πρακτικό από στρατιωτικής απόψεως, αν και είναι πιθανό να δεχθεί την κριτική των «δυτικών μας εταίρων» εξ απόψεως πολιτικής.  Το γεγονός είναι ότι οι συριακές κυβερνητικές δυνάμεις άρχισαν σταθερά να προωθούνται προς τα τουρκικά σύνορα, εκμεταλλευόμενες την υφιστάμενη «αλληλοεπικάλυψη».
Η αποκατάσταση του ανεφοδιασμού και της απευθείας σύνδεσης με την περιοχή του Χαλεπιού επέτρεψε την ενίσχυση των εκεί δυνάμεων (περιλαμβάνουν και ιρανικές δυνάμεις, που ενεργούν δραστήρια και με αυτοθυσία), τον σχεδιασμό και την έναρξη δύο ταυτόχρονων επιθετικών επιχειρήσεων, που δεν συνδέονται γεωγραφικά μεταξύ τους. Προηγουμένως, τέτοιοι πειραματισμοί δεν είχαν καλό τέλος, και αυτή ακριβώς η «διασπορά δυνάμεων» και η αναποτελεσματικότητα της τακτικής της συριακής διοίκησης είχαν γίνει στόχος κριτικής. Τώρα, προστίθεται και ένας επιπλέον παράγοντας η αποκατάσταση της επαφής με την αεροπορική βάση Kweires, η οποία για πρώτη φορά τα τελευταία δύο χρόνια χρησιμοποιείται ως τέτοια. Τη Τετάρτη πέταξαν από εκεί συριακά ελικόπτερα, κάτι που διευκολύνει πολύ και το έργο της ρωσικής αεροπορίας.

ΧΑΛΕΠΙ- ΝΟΤΙΟΔΥΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ
Το ένα μέτωπο βρίσκεται στα νοτιο-δυτικά της περιοχής του Χαλεπιού, και κατευθύνεται προς την πόλη Idlib, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας. Ωστόσο, δεν είναι η Ιντλίμπ, που σταθερά εμφανίζεται στις επιχειρησιακές αναφορές, που αποτελεί τον πρωταρχικό στόχο. Όπως και η απελευθερωμένη αεροπορική βάση, δύο πληθυσμιακά κέντρα με πλειοψηφία αλαουιτικού και χριστιανικού πληθυσμού –η Kafarya  και η Al Fuah, που βρίσκονται σε απόσταση 30-50 χλμ. από την Ιντλίμπ- ήδη για σχεδόν δύο χρόνια υπερασπίζονται αποκλεισμένα τα εδάφη τους από την «Ντζεμπχάτ αλ-Νούσρα» και τις άλλες οργανώσεις σαν κι αυτήν. Από τη σημερινή γραμμή του μετώπου μέχρι τις πόλεις αυτές η απόσταση είναι αρκετά μακριά, αλλά η αποκατάσταση της επικοινωνίας με αυτούς τους θύλακες δεν είναι μόνον θέμα πολιτικής και ιδεολογικής αρχής, αλλά και ανάγκη για μια σοβαρή στρατιωτική επιτυχία, που θα διασπάσει το ενιαίο μέτωπο των τζιχαντιστών προς αυτήν την κατεύθυνση, που θεωρείτο ως τώρα το πιο ισχυρό, σταθερό και καλά υπερασπιζόμενο.

Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2015

Το μίσος του Ερντογάν έχει οικονομικά κίνητρα

Το λαθρεμπόριο πετρελαίου
του ΙΚ με την Τουρκία

Μπορεί ο πόλεμος να επεκταθεί ακόμη και στην Αλεξανδρέττα;

του Σαΐντ Γκαφούρωφ

Την περασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος της Συρίας δήλωσε ότι τον πιλότο του ρωσικού Su-24 τον δολοφόνησαν οι πολιτικές φιλοδοξίες του Ερντογάν. «Η απώλεια της τουρκικής επιρροής στη Συρία θα σημάνει και τη δύση της καριέρας του» υπογράμμισε ο Άσαντ. Και έχει δίκιο: την παρέμβαση της Άγκυρας στη συριακή σύγκρουση την καθόρισε η πίεση που άσκησαν οι Τούρκοι βιομήχανοι στον προστατευόμενό τους Ερντογάν.  
Η «αυτοκρατορική» στάση της Τουρκίας έναντι της Συρίας συνήθως εξηγείται από την ίδια την ιστορία: η εμφάνιση στον χάρτη της Συριακής Αραβικής Δημοκρατίας έγινε δυνατή μόνον έπειτα από την κατάρρευση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Βασικό ρόλο στη χάραξη των συνόρων έπαιξε και η αποικιοκρατία: κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, η περίφημη συμφωνία Σάικς-Πικώ έκανε το μοίρασμα της Μέσης Ανατολής μεταξύ του Παρισιού και του Λονδίνου, δίδοντας τη Συρία και τον Λίβανο στη γαλλική Εντολή, και τη δεκαετία του 1930 οι Γάλλοι, στηριζόμενοι στην αρχή του εθνικού κράτους, μεταβίβασαν μέσω της, ελεγχόμενη από αυτούς, Κοινωνίας των Εθνών την Ισκαντερούν (Αλεξανδρέττα) με τον μεικτό αραβο-τουρκικό πληθυσμό στον πρόεδρο της Τουρκίας, και διάδοχο του Ατατούρκ, Ισμέτ Ινονού. Έτσι η Ισκαντερούν έγινε η τουρκική επαρχία Χατάι.
Το γεγονός αυτό αποτέλεσε τον λόγο συνεχών συγκρούσεων, πολύ περισσότερο που στη Τουρκία παρέμεινε μεγάλος αριθμός Αράβων∙ όσο για τους εναπομείναντες στη Συρία Τουρκομάνους, που σκότωσαν τον Ρώσο πιλότο, τώρα έχουν μάθει οι πάντες. Για μεγάλο χρονικό διάστημα οι ηγεσίας της Συρίας και της Τουρκίας κρατούσαν μια ισορροπημένη στάση, και δεν έφθασαν μέχρι τη στρατιωτική αναμέτρηση ωστόσο το «επιχείρημα της Αλεξανδρέττας» πάντοτε ήταν δημοφιλές ανάμεσα στους Τούρκους στρατιωτικούς, όταν πίεζαν για την αύξηση των αμυντικών δαπανών. Οι Τούρκοι στήριζαν τους Τουρκομάνους στη Συρία και οι Σύριοι, με τη σειρά τους, παρείχαν καταφύγιο και ευκαιρία να διεξάγουν τον πόλεμό τους οι επαναστάτες του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν.

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2015

Ρωσία και Ισραήλ για τη Συρία και σχέδια για συνεργασία Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας-Τουρκίας



του Ben Caspit

«Εμείς [το Ισραήλ] διενεργούμε περιστασιακά επιχειρήσεις στη Συρία με σκοπό να εμποδίσουμε τη δημιουργία ενός μετώπου εναντίον μας… και  για να αποτρέψουμε τη μεταφορά φονικών όπλων, κυρίως από τη Συρία στο Λίβανο» είπε ο πρωθυπουργός Μπένζαμιν Νετανιάχου σε μια δημόσια εκδήλωση στην Άκρα το απόγευμα της 1ης Δεκεμβρίου. Ήταν η πρώτη φορά που επίσημη ισραηλινή πηγή, και μάλιστα ο πρωθυπουργός, παραδέχθηκε δημοσίως ότι το Ισραήλ δραστηριοποιείται στρατιωτικά στο συριακό έδαφος.   
Στις 29 Νοεμβρίου, ο Υπουργός Άμυνας Moshe Yaalom είπε στο κρατικό ραδιόφωνο του Ισραήλ ότι ένα ρωσικό στρατιωτικό αεροσκάφος πρόσφατα διείσδυσε στον ισραηλινό εναέριο χώρο «κατά λάθος». Ο Yaalom είπε: «το αεροσκάφος εισήλθε περίπου ένα μίλι στο χώρο μας». Και πρόσθεσε, «επικοινωνήσαμε δια ασυρμάτου μαζί του και αμέσως επέστρεψε στο συριακό εναέριο χώρο». Σε μια εκδήλωση του «Πολιτισμού του Σαββάτου» στις 28 Νοεμβρίου ο Διευθυντής του πολιτικο-στρατιωτικού γραφείου του Υπουργείου Άμυνας, Υποστράτηγος Amos Gilad, είπε ότι «τέτοιες σύντομες διεισδύσεις από τους Ρώσους πιλότους έχουν συμβεί κάποιες φορές πρόσφατα. Οι Ρώσοι πιλότοι ενημερώνονται άμεσα από τον ασύρματο και επιστρέφουν πίσω, χωρίς να σημειωθεί κανένα επεισόδιο».
Τα πράγματα έχουν θερμανθεί κατά μήκος του ρωσο-τουρκικού μετώπου, με τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν και τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν να ανταλλάζουν βέλη και απειλές. Την ίδια ώρα, ενδιαφέροντα πράγματα συμβαίνουν σε ένα εξίσου ευαίσθητο και καθόλου λιγότερο ενδιαφέρον μέτωπο, δηλαδή εκεί όπου ο συριακός και ο λιβανέζικος εναέριος χώρος συναντούν το Ισραήλ. Σαν να μην υπήρχαν ήδη αρκετοί παίκτες στην περιοχή να μπερδεύουν τα πράγματα και να τα κάνουν πιο σύνθετα, πρόσφατα προστέθηκε σε αυτούς και ο ρωσικός στρατός σε πλήρη ισχύ, με πολλή μεγάλη αεροπορική δύναμη, σημαντική ναυτική δύναμη και, προσφάτως, συστοιχίες του αντι-αεροπορικού S-400. Το εύρος των τελευταίων καλύπτει όλη την περιοχή, πράγμα που σημαίνει ότι κάθε ισραηλινό αεροσκάφος που απογειώνεται εντοπίζεται και μπορεί να καταρριφθεί από τους Ρώσους.
Εντούτοις, και παρ’ όλα αυτά, οι Ρώσοι και οι Ισραηλίτες είναι στην ίδια πλευρά, τουλάχιστον για την ώρα. Βλέπουν με τον ίδιο τρόπο την κατάσταση, συντονίζουν τις δραστηριότητές τους σε πραγματικό χρόνο, σέβονται ο ένας τον άλλο, και δίνουν ο ένας στον άλλο το χώρο που χρειάζεται. Το Ισραήλ το κάνει γιατί δεν έχει άλλη επιλογή. Η Ρωσία το κάνει επειδή ούτε χρειάζεται ούτε θέλει να ανοίξει ακόμη ένα μέτωπο, σε αυτά που είναι ήδη ανοιχτά στην περιοχή.

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2015

Ο κατήφορος συνεχίζεται…



Η κατάσταση της  χώρας περιέρχεται πλέον σε μια δραματική φάση. Και δεν είναι μόνον το εσωτερικό αδιέξοδο, το οποίο αποτυπώθηκε σ’ αυτήν την καταθλιπτική φωτογραφία του πρόσφατου συμβουλίου των «αρχηγών». Το πλέον ανησυχητικό στοιχείο είναι η θέση της Ελλάδας στο διεθνές σύστημα. Εκεί ο κατήφορος δείχνει να μην έχει τέρμα. Μετά την εικόνα του χρεωκοπημένου «ζήτουλα», τώρα εμπεδώνεται και αυτή της χώρας-μαύρης τρύπας των εξωτερικών συνόρων της Ευρώπης.
Ο φράχτης που ύψωσαν τα Σκόπια -αύριο ίσως και η Βουλγαρία- οι λοιδορίες της Ουγγαρίας, οι παραινέσεις από την Σλοβακία για αποβολή της Ελλάδας από τη συνθήκη Σένγκεν, η απαξίωση από τα υπόλοιπα κεντροευρωπαϊκά και βαλκανικά κράτη, των οποίων οι κάτοικοι μέχρι και από πριν λίγα χρόνια είχαν ως όνειρο την κάθοδο στην χώρα μας, η συμπεριφορά του Βερολίνου που μας αντιμετωπίζει ως οικόπεδο στο άθλιο παζάρι της με τη Τουρκία, η ποδοπάτηση από το ιερατείο των Βρυξελλών των ενστάσεων της Κύπρου στην ενταξιακή πορεία της Άγκυρας∙ αυτή είναι η «αλήθεια» του ελληνισμού σήμερα. Αλήθεια σκληρή, ίσως άδικη, αλλά η μόνη ισχύουσα.  
Τα όσα, ειδικότερα, συνέβησαν στη Σύνοδο Ε.Ε.-Τουρκίας κατέδειξαν με τον πιο επίσημο τρόπο τον υποβιβασμό της Ελλάδας στα όρια ενός σχεδόν ανυπόληπτου κράτους. Κι αυτήν την υποβάθμιση φρόντισε κι ο ίδιος ο πρωθυπουργός μας να την επιβεβαιώσει με τo φιάσκο των tweets. Έχει καταστεί προφανές ότι η κυβερνητική παραλυσία, εκκωφαντική από την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης του συγκεκριμένου κυβερνητικού σχήματος, λόγω της εξοργιστικής ανεπάρκειας και της έλλειψης επαφής με την εν γένει πραγματικότητα, γίνεται ανεκτή, εκτός των ξένων και εξωθεσμικών κέντρων, και εκ της καθολικής καταρρεύσεως του πολιτικού συστήματος και της απουσίας αξιόπιστων εναλλακτικών λύσεων.
Το πρόβλημα, ωστόσο, δεν αφορά μόνον στα πρόσωπα και στις ηγεσίες. Είναι πολύ βαθύτερο καθώς σχετίζεται με τις βασικές συνισταμένες που διέπουν το ιδεολογικό πλαίσιο των πολιτικών, οικονομικών και πνευματικών ελίτ της χώρας. Και οι οποίες αδυνατούν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Τα τελευταία χρόνια, βιώνουμε μια συνεχή κατεδάφιση όλων των βασικών πολιτικών και ιδεολογικών βεβαιοτήτων που είχαν οικοδομηθεί με τεράστια επιμονή για είκοσι-εικοσιπέντε χρόνια. Κι αυτό συνέβη όχι μόνον εξαιτίας των εγχώριων παθογενειών αλλά και λόγω της δομικής κρίσης της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα υφίσταται μια εντεινόμενη αποσύνθεση, καθώς εκδηλώνει όχι μόνον βαθύτατη κόπωση από την παρατεταμένη οικονομική δυσπραγία αλλά και στοιχεία πανικού απέναντι στην τρομοκρατική απειλή και το μεταναστευτικό τσουνάμι.
Έτσι τόσο η προσπάθεια υποταγής στις απαιτήσεις της μνημονίων, και πολύ περισσότερο η ολιγόμηνη δονκιχωτική χίμαιρα της αλλαγής του ευρωπαϊκού μοντέλου πέραν της γερμανικής προτεσταντικής ορθότητας, δεν αρκούν πια να αποτρέψουν τη διολίσθηση της Ελλάδας στο ρόλο του διεθνούς παρία. Αν στην περίπτωση της αντιμετώπισης της ελληνικής χρεωκοπίας είχαν διατηρηθεί κάποιες αμυδρές ακόμη ελπίδες για την ενδοευρωπαϊκή αλληλεγγύη, η αντιμετώπιση του μεταναστευτικού ζητήματος τις εξαλείφει ολοκληρωτικά. Οι συρμάτινοι φράχτες και οι σκληροί όροι που επιβάλλουν στην Ελλάδα οι εταίροι μας μάς αφήνουν μόνους με εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες, τον μεγαλομανή «σουλτάνο» και τις …«ηθικοπλαστικές» μας φαντασιώσεις.